23.8.09

Πυρόπληκτοι στην Ελβετία

Ο Καραγκιόζης βρίσκεται από ώρα μπροστά στην τηλεοπτική οθόνη μαζί με τη γυναίκα του, την Αγλαϊα. Είναι κι οι δυο τους αμίλητοι. Παρακολουθούν περίλυποι την καταστροφική πυρκαγιά στη βορειοανατολική Αττική, όπως την μεταδίδει ο τοπικός τηλεοπτικός σταθμός. Δεν καταλαβαίνουν ούτε λέξη απ' όσα λέει ο εκφωνητής, όμως η εικόνα δείχνει ν' αρκεί (και να περισσεύει). Μπορεί να μετακόμισαν στην Ελβετία, όμως η σκέψη τους είναι εκεί πίσω, σε αυτά που άφησαν να καούν...
Καταφθάνει ο Χατζηαβάτης.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Καλώς τονε... Έλα να δεις ...μεγαλεία... από το πρωί όλο Ελλάδα δείχνουνε οι τηλεοράσεις... καίγεται ο τόπος...
ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Το έμαθα Καραγκιόζη μου... το θέαμα είναι λυπηρό. Κι όμως, καρφωμένοι στην οθόνη είμαστε όλοι, λες και είμαστε τίποτα πυρομανείς...
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Πονάω, Χατζατζάρηηη... Είμαι τόσο μακριά από την Ελλαδίτσα μου, κι όμως νιώθω σα να την έβαλα εγώ τη φωτιά. Επειδή δεν έκανα τίποτα να τη σταματήσω. Όλη μέρα στον καναπέ...
ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Δε φταις εσύ, Καραγκιόζη, αλίμονο.
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Φταίω, άκου με που σου λέω. Όταν ήμουνα στην Ελλάδα, πού ζούσα;
ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Στην ωραία σου την καλύβα.
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ναι, αλλά η καλύβα ήταν αυθαίρετη. Τη φτιάξαμε και σε ωραίο μέρος, μες στα πεύκα... ήρθαν κι άλλοι αργότερα τριγύρω... μέσα σε λίγα χρόνια η περιοχή γέμισε σπίτια, έγινε κοτζάμ συνοικισμός, ποιος να το πίστευε τότε!
ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Ε, δεν έκανες και κανένα έγκλημα...
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Όχι, έγκλημα έκανα! ...Τα σκουπίδια πού τα πετούσαμε, θυμάσαι; Στο ρέμα. Καμιά φορά τα καίγαμε κιόλας, όπου βρίσκαμε, ντρέπομαι που το λέω. Εδώ, στην Ελβετία, μας μάθανε την ανακύκλωση, τα κομπόστ και τα ρέστα... Πώς με κάνανε καλό παιδί εδώ, ενώ έκανα ό, τι μου γούσταρε στην Ελλάδα τότε; Έγκλημα, έγκλημα! Όχι ένα, πολλά, είναι πολλά τα εγκλήματα! Κι εγώ φταίω, κι εσύ, και όλοι μας!
ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Δεν έχεις άδικο...
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Το δάσος αυτό εδώ, το ελβετικό, είναι πράσινο και -το ξέρω!- θα παραμείνει πράσινο... ενώ εκεί κάτω, ό, τι έμεινε πράσινο, το ξέρω, θα γίνει στάχτη του χρόνου ή του παραχρόνου... έτσι πάει το πράμα. Αυτό είναι ομαδική αυτοκτονία! Ελλάς το μεγαλείο σου!
ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Στην Ελλάδα, Καραγκιόζη, ό, τι γίνεται είναι θέμα τύχης. Σώθηκε φέτος το Μαίναλο; Η Σκιάθος; ...Τύχη είναι, καθαρή τύχη. Κάηκε η Αττική; Ε, λιγότερη τύχη εκεί... όλα είναι εκτός ελέγχου, όλα στην τύχη. Καράβι χωρίς καπετάνιο η Ελλάς. Μένει να μάθουμε πότε θα πέσει στα βράχια, να τελειώνει το παραμύθι.
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Και, δε μου λες ρε Χατζατζάρη, λύσε μου μια απορία: εδώ στην Ελβετία γιατί τα δάση δεν παίρνουνε φωτιά όπως στην Ελλάδα;
ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Καραγκιόζη μου, η διαφορά είναι ότι στην Ελβετία οι εμπρησμοί απαγορεύονται...
(Παύση)
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ρε συ, Αγλαϊα! Μου μυρίζει καμένο, τί τρέχει;
ΑΓΛΑΪΑ: Το φαϊ Καραγκιόζη μου... το άφησα πάνω στο μάτι... βλέπαμε τα καμένα και μας κάηκε κι εκείνο... καημένε μου αντρούλη, νηστικός θα μείνεις πάλι...
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Κανένα πρόβλημα. Θα ζητήσουμε αποζημίωση. Πυρόπληκτοι δεν είμαστε κι εμείς;...

24.2.09

το iphone του Κοπρίτη

ΚΟΠΡΙΤΗΣ: Ρε συ, κοίτα δω τί κατέβασα!
ΠΙΤΣΙΚΟΚΟΣ: Τί κατέβασες πάλι;
ΚΟΠΡ: Τί κατέβασα... καντήλια κατέβασα! Δεν βλέπεις;
ΠΙΤΣ: Τί'ναι τούτο μωρέ;
ΚΟΠΡ: Άι-φόουν.
ΠΙΤΣ: Δηλαδή;
ΚΟΠΡ: Πώς λέμε "αει σιχτίρ", ε, καμία σχέση.
ΠΙΤΣ: θα το πω στον μπαμπά!
ΚΟΠΡ: Τί θα πεις δηλαδή;
ΠΙΤΣ: Ότι σε περίοδο οικονομικής κρίσης εσύ αγοράζεις γκαζάκια.
ΚΟΠΡ: Σιγά μην είμαι και τρομοκράτης! Γκα-τζε-τά-κια. Μάθε ελληνικά καμιά φορά.
ΠΙΤΣ: Και πού το βρήκες το μαραφέτι, αν δε γίνομαι αδιάκριτος;
ΚΟΠΡ: Μου το έδωσε ένας φίλος στο σχολείο.
ΠΙΤΣ: Μπα;
ΚΟΠΡ: Ναι, είχε δύο και μου έδωσε το παλιό του... το είχε πάρει πριν δυο μήνες.
ΠΙΤΣ: Αρχαιολογία...
ΚΟΠΡ: Παλαιοντολογία... όμως μπορώ να κάνω κι αλλιώς; Αν είχα λίγα φράγκα...
ΠΙΤΣ: Τί θα τά'κανες;
ΚΟΠΡ: Δε σου λέω.
ΠΙΤΣ: Γιατί παρακαλώ;
ΚΟΠΡ: Είναι μυστικό.
ΠΙΤΣ: Μωρ'τί μας λες; ο Κοπρίτης έχει μυστικά από το αδερφάκι του τον Πιτσικόκο;
ΚΟΠΡ: Αμέ!
ΠΙΤΣ: Έλα, πες μου, ξέρεις... εγώ... τάφος.
ΚΟΠΡ: Όλο υποσχέσεις είσαι.
ΠΙΤΣ: Αυτό τώρα είναι χιούμορ; Είδες να γέλασε κανείς;
ΚΟΠΡ: Εάν νομίζεις πως με αυτο το υφάκι θα με κάνεις να σου πω το μυστικό, είσαι πολύ γελασμένος.
ΠΙΤΣ: Εντάξει αδερφούλη... πες μου...
ΚΟΠΡ: Μην το πεις σε κανέναν. Τα λεφτά, αν κάποτε κερδίσω...
ΠΙΤΣ: Ναι;
ΚΟΠΡ: Θα τα βάλω στην τράπεζα!
ΠΙΤΣ: Σιγά το έγκλημα ρε! Αυτό ήτανε;
ΚΟΠΡ: Πρόσεξε... σε ελβετική τράπεζα!
ΠΙΤΣ: Ε, και; Το ίδιο είναι.
ΚΟΠΡ: Αμ δε! Το πράμα είναι μυστικό...
ΠΙΤΣ: Τί δηλαδή;
ΚΟΠΡ: Να, τέτοια πράματα δεν είναι σα να μιλάς για ποδόσφαιρο και γκόμενες με τους φίλους... Αυτά δε λέγονται παραέξω. Το κλείνεις. Μόκο. Τσιμουδιά.
ΠΙΤΣ: Άχνα.
ΚΟΠΡ: Σκασμός.
ΠΙΤΣ: Πρόσεχε πώς μου μιλάς!
ΚΟΠΡ: Καλά ντε, δεν το εννούσα...
ΠΙΤΣ: Λοιπόν, αυτό που λες... το μυστικό. Κάπως το λένε... εδώ το έχω... κάτσε να δεις τώρα... Α, το θυμήθηκα! Τραπεζικό απόβλητο! Έτσι το λένε.
ΚΟΠΡ: Άσε τις κοτσάνες ρε συ, το έχω μελετήσει το θέμα. Τραπεζικό απόρρητο το λένε. Σεκρέ μπανκέρ (σσ: secret bancaire), που λέμε και στο χωριό.
ΠΙΤΣ: Ενημερωμένο σε βλέπω...
ΚΟΠΡ: Κάνω επιχειρηματικά σχέδια, τί νόμιζες... πρέπει να έχεις κεφάλαια από πίσω, όχι αστεία. Έτσι λοιπόν, ξεφυλλίζω οικονομικά περιοδικά, να μαθαίνω τί παίζει. Ξεχνάω και την πείνα μου έτσι.
ΠΙΤΣ: Κοπρίτη, από σήμερα ανέβηκες στην εκτίμησή μου!
ΚΟΠΡ: Τώωωρα σώωθηκα.
ΠΙΤΣ: Για πες μου όμως... αλλάξαμε θέμα... μου έλεγες για το άιφονο.
ΚΟΠΡ: Εδώ κοίτα... Κατέβασα νέα απλικέισιον στο άι-φόουν μου.
ΠΙΤΣ: Ρε συ, το αγγλικό το έχεις από γεννησιμιού σου, σίγουρα. Φτου σου μη σε βασκάνω!
ΚΟΠΡ: Δες εδώ, είναι πολύ κουλ. Λέγεται "ντερλικοφόν".
ΠΙΤΣ: Ντερλικοφόν; Τί 'ναι πάλι τούτο;
ΚΟΠΡ: Να, κατεβάζεις από το ιντερνέτ το προγραμματάκι αυτό και μετά...
ΠΙΤΣ: Μετά, τί;
ΚΟΠΡ: Τέρμα η πείνα όπως την ήξερες!
ΠΙΤΣ: Το αι-φόουν ψήνει και μπριζόλες;
ΚΟΠΡ: Μη βιάζεσαι, θα σου εξηγήσω. Μόλις κατεβάσεις το αρχείο αυτό, παραγγέλνεις το φαγητό που θες και θα τό'χεις μέχρι να πεις "Καραγκιόζης".
ΠΙΤΣ: (δυνατά) Καραγκιόοοοζης!
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: (έξω από το μπερντέ) Τί 'ναι παιδί μουυυυ; Έρχομαιιι τώραα!
ΚΟΠΡ: Ωχ, φορτώσαμε ιούς με τις αγριοφωνάρες σου! Πρέπει να ρίξω αντιικό αμέσως. (δυνατή φωνή) Τίιιιποτα μπαμπάκοοοο. Εδώω, τα λέμεεε... (Παύση). Ουφ, τη γλιτώσαμε.
ΠΙΤΣ: Για λέγε, είχε ενδιαφέρον το πράμα. Παραγγέλνεις το φαϊ και μετά;
ΚΟΠΡ: Πατάς εδώ και βγαίνει μεγάλη φωτογραφία με το φαγητό που παράγγειλες... θες παστίτσιο, να. Θες γιουβαρλάκια, ορίστε. Θες διπλή μερίδα, να!
ΠΙΤΣ: Άμεση εξυπηρέτηση, όχι αστεία...
ΚΟΠΡ: Και στο τέλος ούτε λογαριασμός, ούτε τίποτα.
ΠΙΤΣ: Ναι, δε λέω... αλλά χορταίνεις;
ΚΟΠΡ: Όχι. Η πείνα, πείνα.
ΠΙΤΣ: Τότε;
ΚΟΠΡ: Ονειρεύεσαι. Κι όταν ονειρεύεσαι, την πείνα την ξεχνάς.
ΠΙΤΣ: Συγκινούμαι Κοπρίτη. Εδώ είναι η συναισθηματική κορύφωση της δεύτερης πράξης; να κλάψω ή να...
ΚΟΠΡ: Μην το πεις και το χαλάσεις! Έχω αυστηρές οδηγίες, εδώ πρέπει να το πάμε πολύ δραματικό. Συνέχισε.
ΠΙΤΣ: Δε μου βγαίνει τώρα, μ'έκοψες. (Παύση). Άσε που άρχισα να πεινάω λιγουλάκι. Το άτιμο το ντερλικοφόν μου έβαλε ιδέες!
ΚΟΠΡ: Κι εγώ ρε Πιτσικόκο πείνασα... τί λες; (Παύση). Βγάζω το τεφτέρι; Λοιπόοον, παραγγελία στο πέντε.
ΠΙΤΣ: Για μένα δύο απ'όλα... και με κρεμμύδι... κάν΄τα τρία, βάλε και καμιά σκορδαλίτσα, παντζάρια, μια περιβολήσια... άιντε να τιμήσουμε και τη μπριζόλα τη μοσχαρίσια...
ΚΟΠΡ: Πώς τη θέλεις τη μπριζόλα; Καλοψημένη;
ΠΙΤΣ: Ώπα, το άι-φόουν... κοίτα να δεις τί βγάζουνε, ρε...
ΚΟΠΡ: Σύντομα σε παρακαλώ, έχω κι άλλα τραπέζια να εξυπηρετήσω!
ΠΙΤΣ: Ύφος ο δικός σου! Τζα, ρε!
ΚΟΠΡ: Πες μου ρε... τη μπριζόλα πώς θες να σου την ψήσω;
ΠΙΤΣ: Σενιάν, παρακαλώ! Όπως την τρώει ο δράκουλας.
ΚΟΠΡ: Και οι Ελβετοί, έτσι την τρώνε.
ΠΙΤΣ: Ναι, αλλά αυτοί την τρώνε στο εστιατόριο, όχι στο άι-φόουν...
ΚΟΠΡ: Ναι, αλλά κι αυτοί έχουν άι-φόουν!
ΠΙΤΣ: Κοίτα που βρήκαμε και κοινά ενδιαφέροντα! Αυτοί τρώνε! Εμείς;
ΚΟΠΡ: Τρώμε. Εσείς τρώτε. Αυτοί τρώνε. Με τεστάρεις στη γραμματική; Δε με φτάνεις...
ΠΙΤΣ: Γελάσαμε πάλι... Είσαι πολύ χιουμορίστας, σου το έχω ξαναπεί;
ΚΟΠΡ: Κόφ'το Πιτσικόκο... Να, ορίστε, έφτασε η παραγγελία!
ΠΙΤΣ: Πού είναι το μαχαιροπήρουνο;
ΚΟΠΡ: Δε χρειάζεται.
ΠΙΤΣ: Και το λεμονάκι για τη μπριζόλα;
ΚΟΠΡ: Ώχουυυ... παράξενος είσαι!
ΠΙΤΣ: Ναι, αλλά χωρίς λεμόνι θα πάθω καρκίνο!
ΚΟΠΡ: Τί λες πάλι; Παλάβωσες τελείως;
ΠΙΤΣ: Έχεις ακούσει για τους αρωματικούς πολυκυκλικούς υδρογονάνθρακες;
ΚΟΠΡ: Έχεις ακούσει για μη αρωματικές πολυκυκλικές σφαλιάρες;
ΠΙΤΣ: Καλά, πάω πάσο... (Παύση). Μμμμμ... Βάλε άλλη μία σκορδαλιά. Τον καλό τον λόγο θα τον πω. Καλή η σκορδαλιά σήμερα, την πέτυχες.
ΚΟΠΡ: Είναι να ξέρεις την τέχνη.
ΠΙΤΣ: Φρέσκια είναι;
ΚΟΠΡ: Τώρα την κατέβασα. Μπροστά στον πελάτη. Το είδες! Σωστός επαγγελματίας, όχι παίζουμε. Κάτσε, φέρ'το πιο κοντά, να ιδώ κι εγώ ένα κοψίδι...
ΠΙΤΣ: Φτάνει, δεν έχει νόημα. Σκέτη κοροϊδία.
ΚΟΠΡ: Δεν ήταν φρέσκα κι εκλεκτά όλα; Εγώ μια φορά χόρτασα.
ΠΙΤΣ: Εγώ πάλι, όχι!
ΚΟΠΡ: Φάτε μάτια ψάρια...
ΠΙΤΣ: Και κοιλιά περίδρομο.
ΚΟΠΡ: Στις παροιμίες καλοί είμαστε.
ΠΙΤΣ: ...
ΚΟΠΡ: Πιτσικόκο;
ΠΙΤΣ: Εεεεε....
ΚΟΠΡ: Τί έπαθες βρε;
ΠΙΤΣ: Ξέχασα την ατάκα μου, ρε συ! Πρώτη φορά τέτοιο τρακ.
ΚΟΠΡ: Δεν είχες μάθει σε μπλογκ, καταλαβαίνω.
ΠΙΤΣ: Είναι κι αυτό...
ΚΟΠΡ: Είναι και η πείνα... Έπρεπε να πάρεις και δεύτερη μπριζόλα.
ΠΙΤΣ: Αυτό ήτανε στο κείμενο;
ΚΟΠΡ: Ποιο;
ΠΙΤΣ: Αυτό που είπες τώρα μόλις. Ήταν στο κείμενο;
ΚΟΠΡ: Ποιο κείμενο;
ΠΙΤΣ: Δηλαδή... τόσην ώρα αυτοσχεδιάζουμε;
ΚΟΠΡ: Σιγά μην είχαμε λεφτά να πληρώνουμε και σεναριογράφο!
ΠΙΤΣ: (Παύση). Κοπρίτη... δε μους λες... δέχεσαι ακόμα παραγγελίες;
ΚΟΠΡ: Αλίμονο! Ούτε δέκα δεν είναι η ώρα...
ΠΙΤΣ: Ξέρω γω... μ'εχει πιάσει φοβία εδώ στην Ελβετία με τα ωράρια...
ΚΟΠΡ: Δίκιο έχεις, θες να τσιμπήσεις κάτι το βραδάκι...
ΠΙΤΣ: ...Ακόμα δεν έχει πέσει ο ήλιος και σου λέει ο άλλος "η κουζίνα έκλεισε".
ΚΟΠΡ: ...Με ύφος λες και ...πέθανε κανένας και αναγγέλλει την ημερομηνία της κηδείας.
ΠΙΤΣ: Πες τα! (Με ύφος). Σιγά ρε φίλε, ποιος νομίζεις ότι είσαι; Έχει κι αλλού πορτοκαλιές...
ΚΟΠΡ: Δεν έχει. Ούτε πορτοκαλιές, ούτε νεραντζιές. Όλα κλειστά.
ΠΙΤΣ: Δηλαδή άμα θες να φας;
ΚΟΠΡ: Τίποτα. Νέκρα. Κι άμα είναι και Κυριακή... ακόμα χειρότερα! Ούτε καφετέρια δε βρίσκεις ανοιχτή!
ΠΙΤΣ: Αααααα.... γι'αυτό την Κυριακή πάνε όλοι στην εκκλησία! Και το κρασάκι τους έχουνε, και το αντιδωράκι τους... μετά παίρνουν και το καφεδάκι τους σελφ σέρβις... με λίγη τύχη και κα'νά γλυκάκι σπιτικό... Και Θεία συγχώρεση μαζί! Όλα τσάμπα!
ΚΟΠΡ: Μόνο όταν βγαίνει ο δίσκος...
ΠΙΤΣ: Αααα... έχω βρει κόλπο. Μόλις δω δίσκο, κάνω νόημα με το χέρι και βάζω το Κολλητήρι και μου κάνει αναπάντητη. Βγαίνω λοιπόν βιαστικά, να δω μην ήταν ο χρηματιστής μου και είχε να μου πει κάτι σημαντικό. Και περνάει ο δίσκος... Εγώ παίρνω το αεράκι μου έξω... μπαίνω μετά από λίγο μέσα... ούτε δίσκος, ούτε ζημιά.
ΚΟΠΡ: Ολόκληρη επιστήμη...
ΠΙΤΣ: Εεεε...
ΚΟΠΡ: Και το τρώνε το κόλπο; Κι αν είναι ο χρηματιστής σου στην εκκλησία;
ΠΙΤΣ: Αυτό αδύνατον. Εκκλησία, ποτέ. Τό'χει πάρει απόφαση. Αυτός πάει βουρ για κόλαση, δεν έχει γλιτωμό. Με τόσα που 'χει κάνει δεν τον λυπάται ούτε ο Θεός.
ΚΟΠΡ: Καλά ρε Πιτσικόκο, από τότε που ήρθαμε στην Ελβετία, γιατί δε μου τό 'χεις πει ποτέ αυτό το κόλπο; Κάθομαι κι εγώ και πληρώνω ενώ εσείς κάνετε το κορόιδο...
ΠΙΤΣ: Ε, κάποιος πρέπει να πληρώνει σ'αυτό τον κόσμο...
ΚΟΠΡ: Εξυπνάδες!
ΠΙΤΣ: Άσε που δε σε πιστεύω. Με τί πληρώνεις, ε; Με ληγμένη βίζα;
ΚΟΠΡ: Ε, με ό,τι βρω πάνω μου... κα 'να κουμπί... κα 'να καπάκι από μπύρα... ό,τι έχω ευχαρίστηση. Εν τω μεταξύ, ξέρει ο Θεούλης ότι δεν έχω λεφτά, με συγχωρεί.
ΠΙΤΣ: Έτσι. Οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους.
ΠΙΤΣ: Δε μου λες βρε Κοπρίτη... παραγγελίες είπες ότι δέχεσαι ακόμα, έτσι δεν είναι;
ΚΟΠΡ: Αμέ! Στις διαταγές σας!
ΠΙΤΣ: Βάλε μου εκείνη τη μπριζόλα που έλεγες... τη δεύτερη. Καλοψημένη τη θέλω σε παρακαλώ, κάρβουνο. Όπως στην Ελλάδα.
ΚΟΠΡ: Σ'επιασε η νοσταλγία;
ΠΙΤΣ: Όχι, έχω πάλι μια καούρα...

(συνεχίζεται)

23.2.09

οι πρώτες απορίες (1)

ΚΟΛΛΗΤΗΡΙ: Μπαμπάκοοο...
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Λέγε παιδί μου!
ΚΟΛΛ: Τί είναι η Εβλετία;
ΚΑΡ: Ελβετία, όχι Εβλετία!
ΚΟΛΛ: Καλά, Εβλετία. Τί είναι;
ΚΑΡ: Χώρα είναι, τί άλλο θες να είναι;
ΚΟΛΛ: Και η Ελλάδα χώλα δεν είναι;
ΚΑΡ: Ναι, Κολλητήρι, χώρα είναι!
ΚΟΛΛ: Αααα... Και, δε μου λες...
ΚΑΡ: Ναι;
ΚΟΛΛ: Μα, εδώ στην Εβλετία οι δλόμοι δεν κλείνουν από απελγίες!
ΚΑΡ: Εδώ υπάρχει κράτος.
ΚΟΛΛ: Άλλο χώλα, άλλο κλάτος; Με μπελδεύεις μπαμπάκο...
ΚΑΡ: Κοίταξε, για να καταλάβεις, θα το πω αλλιώς: η Ελλαδίτσα μας είναι μια ωραία χώρα, όπου όμως δεν υπάρχει κράτος. Αποτέλεσμα; Το μπάχαλο που ξέρεις. Δεν υπάρχει όριο στην αυθαιρεσία. Πουθενά. Ενώ εδώ...
ΚΟΛΛ: Εδώ τί;
ΚΑΡ: Υπάρχει κράτος.
ΚΟΛΛ: Ναι, υπάλχει κλάτος, αλλά δε μου αλέσει η χώλα! Πολύυυ κλύυυο κάνει εδώ... κι ο χειμώνας ατέεεεελειωτος βλε μπαμπάκο! Να το βλάσω το ωλαίο κλάτος! Αυτό έχω να πω!
ΚΑΡ: Τί να κάνουμε... Επίτηδες ήρθαμε στην Ελβετία χειμώνα. Με τί καρδιά ν' αφήσουμε την Ελλαδίτσα καλοκαιριάτικα; Εκεί που είμαστε μέρα-νύχτα στη ζεστή τη θαλασσίτσα; Εκεί που τα καρπούζια τ'αγοράζεις ολόκληρα; Άσε που σου κάνουν κι ευκολίες πληρωμής, άμα έχεις φίλο το μανάβη.
ΚΟΛΛ: Αφού ...ποτέ δεν είχες λεφτά να πληλώσεις! Τί ευκολίες πληλωμής μου λες;
ΚΑΡ: Δίκιο έχεις, όμως μια μέρα θα τα ξεπληρώσω όλα τα καρπούζια που έχω φάει.
ΚΟΛΛ: Εσύ μπαμπάκο έχεις απλήλωτη όλη την παλαγωγή καλπουζιών της Αμαλιάδας!
ΚΑΡ: Δε ντρέπεσαι ρε, να τα λες αυτά; Κι εσύ δεν έτρωγες; Για πες μου όμως τώρα. Τί προτείνεις; Να γυρίσουμε πίσω στην Ελλάδα, ακόμη δε φύγαμε καλά-καλά;
ΚΟΛΛ: πες μου ένα πλάμα. Καλοκαίλι έχει στην Εβλετία;
ΚΑΡ: Φυσικά και έχει! Μικρό, αλλά έχει. (με σιγανή φωνή)
ΚΟΛΛ: Και το καλοκαίλι στην Εβλετία οι κοπέλες φολάνε μίνι φόλεμα και ντεκολτέ όταν βγαίνουν στο δλόμο;
ΚΑΡ: Ακόμα κι όταν κάνει ψοφόκρυο παιδί μου, μην ανησυχείς γι'αυτό! Πού τα ξέρεις εσύ αυτά βρε φιόγκο;
ΚΟΛΛ: Για πλόσεχε πως μιλάς! Είμαι γιος σου και άντλας με τα όλα του. Να πλοσέχεις πώς μου μιλάς άλλη φολά!
ΚΑΡ: Κοιτάτε έναν άντρα ρε σεις! Καλά, ας τ'αφήσουμε αυτά. Και τί προτείνεις, εσύ που μας το παίζεις μάγκας; Να φύγουμε;
ΚΟΛΛ: Όχι. Να κάτσουμε. Τέλω να έχω ολοκληλωμένη ιδέα για ένα μέλος πλιν φύγω.
ΚΑΡ: Τώρα μιλάς σωστά!
ΚΟΛΛ: Μόνο ένα πλάγμα δε τα μάτω ποτέ για την Εβλετία...
ΚΑΡ: Τί δε θα μάθεις παδί μου;
ΚΟΛΛ: Τί φαϊ τλώνε οι Εβλετοί μπαμπάκο;
ΚΑΡ: Ααααααχχχ... και μ'έχει πιάσει μια λόρδα! Τί μου το θυμίζεις τώρα βρε Κοπρίτη!
ΚΟΛΛ: Το Κολλητήρι είμαι μπαμπάκο!
ΚΑΡ: Πω, πω, από την πείνα δε βλέπω μπροστά μου...
ΚΟΛΛ: Καλά μπαμπάκο, σώπα, κάτι τα βλω. Τα πάω στο σουπελ-μάλκετ.
ΚΑΡ: Πού θα πας;
ΚΟΛΛ: Στο Κοοοόπ*.
ΚΑΡ: Έλα Χριστέ και Παναγία μου... Τί 'ναι τούτο πάλι;
ΚΟΛΛ: Σούπελ-μάλκετ μπαμπάκο, ελληνικά σου μιλάω!
ΚΑΡ: Και τί 'ναι το "σούπλ-μάλκε" που λες;
ΚΟΛΛ: Είναι σα μεγάλα μπακάλικα. Έχουν απ'όλα.
ΚΑΡ: Σούπερ-μάρκετ!
ΚΟΛΛ: Κι εγώ τί είπα; Κουφό μπαμπά έχω μου φαίνεται...
ΚΑΡ: Άει από κει... για πες μου όμως, πώς είναι τα ελβετικά σούπερ-μάρκετ;
ΚΟΛΛ: Ίδια με αυτά στην Ελλάδα, μόνο που οι τιμές δεν αλλάζουν κάτε μέλα!
ΚΑΡ: Και πού τα ξέρεις αυτά εσύ;
ΚΟΛΛ: Έχω γλαφτεί στην Ένωση καταναλωτών της γαλλόφωνης Εβλετίας. Κάνω έλευνα αγολάς πλιν κλέψω κάτι στο σουπελ-μάλκετ. Αμ, τί νόμιζες; Συνειδητοποιημένος καταναλωτής.
ΚΑΡ: Κλέβεις βρε;
ΚΟΛΛ: Ίσα για να μην τραγουδάει το βράδυ το στομάχι μου μπαμπάκο... θα περιμένω από σένα προκοπή;
ΚΑΡ: Ωιμέ.... έμπλεξα με σένα...
ΚΟΛΛ: Από το στόμα μου το πήρες!
ΚΑΡ: (τον διακόπτει) Βρε ούστ! Κοπρίτη!
ΚΟΛΛ: Κολλητήρι, μπαμπάκο... Κο-λλη-τή-ρι! Άντε να ξαπλώσεις να δεις κα'νά κοκκινιστό αλνάκι στον ύπνο σου να χολτάσεις! Εγώ δε θ'αλγήσω!
ΚΑΡ: Κι άμα αλγήσεις, θα σου κάνω καμιά εντριβή να σου φύγει ο πόνος.
ΚΟΛΛ: Μπαμπάκο, τα το πω μια φολά μόνο: κομμένα τα ιατλικά αστεία. Εδώ είναι παλάσταση Καλαγκιόζη. Μην αλχίζεις τα καλαγκιοζιλίκια, θα μας πάλουν με τις πέτλες! Και είναι μόλις η πλώτη ανάλτηση στο μπλογκ.
ΚΑΡ: Μπλογκ;
ΚΟΛΛ: Ναι, μπλογκ.
ΚΑΡ: Επιτρέπεται να ρωτήσω... τί είναι μπλογκ;
ΚΟΛΛ: Είναι ιστολόγιο, που λέμε στα ελληνικά.
ΚΑΡ: Ααααα.... πες το βρε παιδί μου, να καταλάβω... ιστολόγιο... (χαμηλόφωνα) βρε κοίταξε που θα με τρελάνει αυτό το παιδί... Και τί είναι ιστολόγιο βρε συ που 'σαι τζιμάνι και τα ξέρεις όλα;
ΚΟΛΛ: Είναι ο λόγος για τον οποίο κλατάει μούτλα η γυναίκα του Γιώλγου άμα μένει μέχλι πολύ πολύ αλγά στο κομπιούτελ.
ΚΑΡ: Ποιος είναι ο Γιώλγος; "Γιώργος" θες να πεις;
ΚΟΛΛ: Ναι, σόλι, με το λλλ έχω πλόβλημα, δεν έχω μέλλον στη γαλλική γλώσσα. Ο Γιώλγος είναι ο ιδιοκτήτης του μπλογκ.
ΚΑΡ: Ιστοριοβλόγιο.
ΚΟΛΛ: Ιστολόγιο!
ΚΑΡ: Καλά, εσύ πού τον γνωρίζεις τον τύπο αυτό;
ΚΟΛΛ: Είμαστε φίλοι καλοί, κολλητοί, και μου τα είπε όλα, χαλτί και καλαμάλι. Μου έδωσε και καλό λόλο. Ρρρόλο.
ΚΑΡ: Βρε συ! Είπες "ρ"! Χα-χα-χα... (γελάει δυνατά). Πλάκα έχει...
ΚΟΛΛ: Πού τη βλέπεις την πλάκα μπαμπάκο;
ΚΑΡ: Τόσον καιρό στην Ελλάδα, δυο σταλιές μπόμπιρας, το "ρου" δεν τό'λεγες με καμιά Παναγία. Όλο "λου" και "λου". Τώρα ήρθαμε στη γαλόφωνη Ελβετία, όπου το "ρου" το λένε "γου". Εσύ τώρα πρέπει να μάθεις να λες το "ρου", "γου".
ΚΟΛΛ: Όχι! Ποτέ! Σήμερα μεγάλωσα, τελεια και παύλα! Το "ρου" πλέον είναι "ρου". Ένα μικρό βήμα για το Κολλητήρι, ένα μεγάλο άλμα για την ανθρωπότητα. Σε όποιον αρέσουμε.
ΚΑΡ: Καλά, έχεις τρελαθεί τελείως!
ΚΟΛΛ: Τρελοί είν'αυτοί που το "ρου" το λένε "γου". Αυτούς να πεις τρελούς, όχι εμένα. Για μια υπόληψη ζούμε. Όλα κι όλα.
ΚΑΡ: Να σου πω κα 'να γαλλικό τώρα, ή μήπως θα το κόψει ο συγγραφέας;
ΚΟΛΛ: Θα κάνει ό,τι του πω. Με ακούει εμένα, ξέλεις. Ξέρεις.
ΚΑΡ: Άσε, κουράστηκα... με κούρασες με τις εξυπνάδες σου...
ΚΟΛΛ: Και τί θα κάνεις; Θα πας ...σπίτι; Αφού δεν έχουμε σπίτι.
ΚΑΡ: Όλα θα γίνουν. Υπομονή. Σου είπα, εδώ υπάρχει κράτος.
ΚΟΛΛ: Και θα μας βρει και σπίτι;
ΚΑΡ: Ναι, θα μας βρει και σπίτι!
ΚΟΛΛ: Με ταβάνι, με τοίχους, με παράθυρα... κανονικό σπίτι;
ΚΑΡ: Κανονικότατο. Με τα ούλα του!
ΚΟΛΛ: Δε θα μπάζει κρύο αέρα από πουθενά; Η βροχή δε θα μπαίνει μέσα; Η πόρτα δε θα είναι ξεχαρβαλωμένη;
ΚΑΡ: Όχι, όλα θα είναι κανονικά. Όπως στις διαφημίσεις που έβλεπε η Αγλαϊα στην τηλεόραση, στην Ελλάδα.
ΚΟΛΛ: Ποιες διαφημίσεις;
ΚΑΡ: Ααα... οι καλύτερες είναι αυτές με τις τράπεζες , που δίνουν δάνεια. Αγγελικός κόσμος... τί να σου πω. Και φαϊ να δεις εκεί... φαϊ!
ΚΟΛΛ: Είχαν και Εβλετικά σπίτια στις διαφημίσεις;
ΚΑΡ: Απ'όλα είχανε σου λέω! Αρκεί να έβαζες το χέρι στο μέλι... ζεστά λεφτά, παραδάκι, φράγκα... δανεικά βέβαια, αλλά μια φορά τα έπιανες στα χέρια σου.
ΚΟΛΛ: Πήρες κι εσύ δάνειο;
ΚΑΡ: Γιατί νομίζεις ότι φύγαμε ...νύχτα χειμωνιάτικα από την Ελλαδίτσα μας;
ΚΟΛΛ: Κι αυτά που μού'λεγες για παραλίες και καλοκαίρια; Ψέμματα;
ΚΑΡ: Αλήθεια είναι κι αυτά. Όλα αλήθεια είναι.... (Παύση. Έρχεται πιο κοντά. Μιλάει πιο τρυφερά.) Να σου πω κάτι. Καμιά φορά, εμείς οι άνθρωποι, πλούσιοι και φτωχοί, λέμε και κα'να μικρό ψεμματάκι στους εαυτούς μας. Μας βοηθάει. Παίρνουμε αποφάσεις πιο εύκολα. Τολμάμε. Και πάει η βάρκα μας γι'άλλο λιμάνι. Έχουμε πίστη. (Παύση.) Να πιστεύεις. Πίστεψε σε αυτό που κάνεις και θα γίνει αυτό που θες.
ΚΟΛΛ: Μη μου πεις ότι διαβάζεις και Κοέλιο στα πίσω-πίσω;
ΚΑΡ: Εσύ παραείσαι...
...

(συνεχίζεται)

*Coop: μία από τις δύο μεγαλύτερες αλυσίδες σούπερ-μάρκετ της Ελβετίας (σε ετήσιο τζίρο).